Σάββατο 31 Αυγούστου 2013

ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΕΠΛΑΣΕ...ΤΗΝ ΦΙΛΙΑ

Και ο Θεός έπλασε ...την φιλία
και της χάρισε Αθανασία για να μπορεί να συντροφεύει τις ψυχές μέσα στο ταξίδι της ζωής .
 
 
 
Την προίκισε με αγάπη ,ειλικρίνεια και μεγαλοθυμία για να καταχωρηθεί στα ανεκτίμητα και την ευλόγησε να κάνει πλουσιότερη την ζωή όσων καταφέρνουν να την αποκτήσουν.
 
 
Στην φιλία δεν υπάρχουν στερεότυπα.Η φιλία καταργεί την απόσταση και τον χρόνο
                                                                     Η φιλία μπορεί
                                                
                                                     να κρατάει επτασφράγιστα όλα τα μυστικά σου
 
 
                             να σε ξέρει τόσο καλά ώστε να εντοπίζει και τις μικρότερες αλλαγές πάνω σου
 
 
                                                     να σε σκέφτεται στην προσευχή της
 
                                             να είναι πρόθυμη να τρέξει για αυτούς που αγαπάς
 
                                                          να σε νοιάζεται αν και μακρυά
να δακρύζετε και να γελάτε παρέα
 
 
 
                                                   να είναι  πάντα εκεί όταν την χρειάζεσαι
να συναισθάνεται τον πόνο σου
 
(δεν βρήκα φωτογραφία της καλής μου φίλης Ειρήνης και χρησιμοποίησα αυτή που έχει στο facebook  αν και η πραγματικότητα δεν απέχει και πολύ)
να εμφανίζεται στην ανάγκη σου χωρίς να το ζητήσεις!
 
 Η φιλία είναι προνόμιο δεν είναι δικαίωμα!
 
Είναι αεράκι που δεν φυσάει για όλους!
 
Είναι ομπρέλα που σε προφυλάσσει από τις μπόρες!
 
 
Είναι δέντρο που ξαποσταίνεις και γαληνεύεις την ψυχή σου.
Αισθάνθηκα την ανάγκη η ανάρτηση αυτή να είναι αφιερωμένη στις φίλες μου που με κάνουν να αισθάνομαι όχι τυχερή αλλά ευλογημένη που υπάρχουν στην ζωή μου.
 
 

 
 



Πέμπτη 29 Αυγούστου 2013

ΟΙ ΔΥΟ ΙΣΧΥΡΟΤΕΡΟΙ ΜΑΧΗΤΕΣ ΕΙΝΑΙ Η ΥΠΟΜΟΝΗ ΚΑΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ


Για τουςπερισσότερους ανθρώπους η ζωή είναι αγώνας.Για κάποιους από εμάς η ζωή είναι ΠΟΛΕΜΟΣ.Ναι !Διαβάσες καλά ...ΠΟ-ΛΕ-ΜΟΣ.




Δεν μου αρέσει η λέξη πόλεμος γιατί πάντα μου φέρνει στο μυαλό τις εκθέσεις που γράφαμε στο σχολείο αναλύοντας τα ''κακά'' του πολέμου και εκθειάζοντας,όχι άδικα,τα δώρα της Ειρήνης.Ίσως αν χρησιμοποιούσα την λέξη ''αγώνας''να ήταν περισσότερο εύηχο και απαλότερο στην συνείδηση όσων το ακούνε.
Σκέψου το καλά.Πότε η ανθρωπότητα διένυσε καιρούς ουσιαστικής Ειρήνης;Ο πόλεμος δεν έχει να κάνει μόνο με κουμπούρια και σπαθιά ,με μάχες σώμα με σώμα.Τον πόλεμο τον βιώνουμε καθημερινά ακόμη και όταν είναι να βγούμε από την κοιλιά της μαμάς μας.
Πόλεμος ,λοιπόν .Έχω κηρύξει τον πόλεμο  και κατά ένα περίεργο τρόπο έχω καταφέρει να αποδέχομαι τις περιστασιακές μου ήττες.Όταν απαλλαγείς από την αγωνία του να ηττηθείς  ελευθερώνεις την σκέψη σου και μάχεσαι με περισσότερο πάθος.Σκέψου ο Λεωνίδας να το είχε βάλει στα πόδια και να μένανε ορφανές οι Θερμοπύλες , ο Αθανάσιος Διάκος  όταν κατάλαβε ότι η  Αλαμάνα θα ήταν το τελευταίο μέρος  που θα αντίκριζαν τα μάτια του,οι Έλληνες να μην τα βάζανε με τους Γερμανούς κατακτητές...και πόσα άλλα παραδείγματα που η ήττα έφερε μια απρόσμενη ΝΙΚΗ η οποία είχε να κάνει όχι τόσο με την κατάκτηση του στόχου όσο με την ουσία του.Πολλές φορές η σιγουριά της Νίκης κρύβει μια ύπουλη ήττα γιατί βολεύεσαι, εφησυχάζεις.
Ο Τολστόι γράφει οτι οι δύο ισχυρότεροι μαχητές είναι η ΥΠΟΜΟΝΗ

 και ο ΧΡΟΝΟΣ.

Έμπειροι και άξιοι μαχητές τους αγγάρεψα να πολεμήσουν μαζί μου να συμμαχήσουμε.Η υπομονή δεν είναι από τις αρετές που με διακρίνουν.Το παλεύω όμως γιατί κατά περίεργο τρόπο διαθέτω επιμονή και πείσμα.Ο Χρόνος πάλι είναι αμείλικτος αλλά τον έχω καταφέρει να με σέβεται και να μου φέρεται τρυφερά όπως και εγώ με την σειρά μου τα παιδιά του .Το παρόν,παρελθόν και μέλλον.
ΥΠΟΜΟΝΗ και ΧΡΟΝΟΣ και όλα τακτοποιούνται όπως πρέπει να τακτοποιηθούν. Η  νίκη δεν είναι πάντα η ευτυχέστερη κατάληξη ενός αγώνα γιατί πολλές φορές για να φτάσεις εκεί απογυμνώνεσαι από τα αυτονόητά σου.Υπάρχει μία λογική που δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή όταν κάτι σου συμβαίνει γιατί είσαι φορτισμένος από το γεγονός και πολλές φορές βουτηγμένος στην θλίψη ως το κόκαλο.Την απάντηση στα γιατί σου την παίρνεις μετά όταν μπορείς να δεις τα πράγματα σαν τρίτος.
Υπομονή λοιπόν και ο χρόνος που εκτός από αμείλικτος είναι και σοφός δίνει απαντήσεις σε αυτόν που μπορεί να τις ακούσει ,μοιράζει τρόπαια όχι μόνο στον νικητή αλλά και στον ηττημένο.Ίσως και αυτά να έχουν μεγαλύτερη αξία γιατί ακολουθούν μια μεγάλη πίκρα
.
Πόλεμο.Έχω κηρύξει τον πόλεμο σε αυτά που θεωρούνται αδύνατα  και ακατόρθωτα,σε όσα συνεχίζουν να με φοβίζουν και να με τρομοκρατούν ,στα προδιαγεγραμμένα και στα απαισιόδοξα σενάρια,στις προβλέψεις.

Πόλεμο.Έχω κηρύξει τον πόλεμο σε αυτούς που είναι ειδήμονες,σε όσους φοράνε προσωπεία και κρύβονται πίσω από αυτά,σε όσους ηδονίζονται με τον πόνο του άλλου και πιστεύουν ότι βρίσκονται στο απυρόβλητο,σε αυτούς που πιστεύουν ότι όλοι τους οφείλουν αλλά αυτοί σε κανέναν.Σε αυτούς που θεωρούν την συγγένεια εξ' αίματος ή εξ αγχιστείας αξίωμα και απαίτηση για να πρέπει να τους αγαπάς και δεν φροντίζουν να χτίσουν ουσιαστικές σχέσεις αγάπης.Δηλαδή τα παιδιά του συγχωρεμένου πλέον Δουρή (αν θυμάσαι )την περίπτωση θα έπρεπε να τον αγαπάνε γιατί ήταν πατέρας τους;
Ξέρεις πόσες σχέσεις φαντάσματα υπάρχουν;Ανύπαρκτες,ανούσιες,αδιάφορες;
Τελικά ο Χρόνος φαίνεται να έχει αίσθημα δικαιοσύνης και τα αποκαλύπτει όλα ,τα τακτοποιεί και φροντίζει να διατηρεί όσα αντέχουν ακόμη και αν έχουν ηττηθεί

.

 

Τρίτη 27 Αυγούστου 2013

Η ΜΑΜΑ ΜΟΥ Η ΤΙΝΚΕΡΜΠΕΛ

Η μαμά μου ,η Κικίτσα,μετράει 72 πραγματικά χρόνια ζωής πάνω σε αυτόν τον πλανήτη που πιστεύω οτι θα ήταν κατάτι φτωχότερος αν δεν αποφασιζόταν η παρουσία της στην γή.Όσοι γνωρίζουν την Κικίτσα μπορούν να καταλάβουν.

Γνήσια γυναίκα της εποχής της προσπαθεί και ομολογουμένως τα έχει ψιλοκαταφέρει να συντονιστεί με την εποχή ,με την νέα τάξη πραγμάτων ,τα νέα ήθη και έθιμα όσο και αν παρεκτρέπεται πότε πότε .
Αν με ρωτήσετε τι έχω πάρει από την μαμά μου πιθανόν να σας απαντήσω ''τίποτα'' αν και ο Σπύρος είναι της άποψης ότι κάθε κόρη εξελίσσεται σε μία πιο απαλή έκδοση της μαμάς της.Και έτσι να είναι σίγουρα είναι καλύτερο από το να εξελίσσεται σε έκδοση της πεθεράς της.Ειδικά αν η πεθερά είναι κελεπούρι.

 

Η Κικίτσα λοιπόν ,χήρα από τα εξήντα της για το μόνο πράγμα που παραπονιέται είναι ότι έχασε τον πατέρα μου σχετικά νωρίς.Για όλα τα άλλα είναι η Τίνκερμπελ της διπλανής πόρτας.Είναι σαν να το έχει σκάσει από την χώρα του ΠΟΤΕ.
Με την μαμά μου είχαμε πάντα διαφωνίες αλλά φρόντισα και έκανα αυτό που δεν είχε καταφέρει ο πατέρας μου.Τι;Την εκπαίδευσα.Την έκανα γιαγιά παντός καιρού.Κάτι σαν τα σούπερ πούμα δηλαδή.Δεν είχε και περιθώρια βέβαια...Το ένα εγγόνι υποδεχόταν το άλλο...Και η Κικίτσα πάντα εκεί .Πάντα πρόθυμη,ακούραστη,ενθαρρυντική. Έτοιμη να σηκωθεί ακόμη και νεκρή για να είναι πλάι μου,να ριχτεί με πάθος και ελπίδα στην μάχη μαζί μου.Η Κικίτσα πάντα εκεί να με ανακουφίσει ,να με φροντίσει και να γλυκάνει τις πληγές μου.
Είναι  φορές που με εξοργίζει με αυτήν την εμμονή της να σκέφτεται πάντα την καλύτερη εκδοχή,την επιμονή της να δίνει κουράγιο και να βρίσκει κάτι θετικό και στην πιο δύσκολη κατάσταση.Η Κικίτσα είναι ικανή να πει για νεκρό ότι έχει ωραίο κίτρινο χρώμα ή ότι πέτυχε το μακιγιάζ και ήταν φυσικός.Εγώ ξέρω ότι η Κικίτσα  κλαίει κρυφά,προσεύχεται αθόρυβα. Δεν είναι αφέλεια το να σκέφτεται πάντα θετικά αντίθετα μάλιστα θα έλεγα ότι είναι σοφία μεγάλη γιατί έτσι μπορεί να στηρίζει αυτούς που πονάνε και να συμπάσχει μαζί τους.
Ακόμη και όταν ο Οδυσσέας βγήκε από το νοσοκομείο η Κικίτσα ποτέ δεν έκλαψε μπροστά μου,ποτέ δεν μοιρολόγησε έξω από την πόρτα του ή μπροστά του όπως έκαναν άλλοι που δεν πιστεύω ότι πονάνε τον Οδυσσέα όσο εκείνη.Εκείνη τον μεγάλωσε ,τον έζησε, έμαθε να μπορεί να αντέχει το διαφορετικό και κατάφερε να το μετουσιώσει σε φυσιολογικό.Δύσκολο ,δύσκολο να μπορείς να στέκεσαι με τόση αυταπάρνηση και αυτοθυσία πλάι στο παιδί σου και να του λες ''ΣΥΝΕΧΙΣΕ,ΟΛΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ,ΜΗΝ ΤΟ ΒΑΖΕΙΣ ΚΑΤΩ''
Τώρα που το ξανασκέφτομαι κάτι έχω πάρει από την Κικίτσα και εγώ.Ευτυχώς όχι το κορμί!Αυτό δικαίως κληροδοτήθηκε στον αδερφό μου.Τι έχω πάρει;

Λίγη ασημόσκονη από αυτές που πασπαλίζουν οι νεράιδες τα όνειρα,καλές σκέψεις να φτερουγίζουν μέσα στο μυαλό μου και σίγουρα την μαγική συνταγή της τρυφερόπιτας που μοιραζόμαστε στο σπίτι μας.
Αυτή είναι η δική μου Τίνκερμπελ ,η μαμά μου ,η Κικίτσα μου!

ΚΑΙ ΑΝΕΒΟΚΑΤΕΒΑΙΝΩ ΣΚΑΛΕΣ...



Ανεβοκατεβαίνω τις σκάλες του νοσοκομείου ίσως περισσότερες φορές από όσες ο ανελκυστήρας.Δεν μπορώ να στέκομαι από έξω από την εντατική ,ανήμπορη να βοηθήσω το πλάσμα που εγώ έφερα στην ζωή.Πάντα βρίσκω μία δικαιολογία για να ανέβω και να κατέβω τις σκάλες.Σαν να είναι ο εαυτός μου παγιδευμένος σε μία φαινομενική ηρεμία ενώ μέσα μου υπάρχει θύελλα.
Πηγαίνω σε κάθε επισκεπτήριο.Πιθανόν να πηγαίνω και μία ώρα νωρίτερα έτσι απλά για να είμαι εκεί για αυτόν .Η ψυχή μου ξεπερνάει τα όρια του υλικού μας κόσμου και τρυπώνει μυστικά μέσα.
 
 

Χαϊδεύει τα ταλαιπωρημένα του χέρια,τον αγκαλιάζει ,του σιγοτραγουδάει και του ψιθυρίζει μυστικά στο αυτί ότι τον περιμένω,ότι τον περιμένουμε όλοι.Είναι από αυτές τις στιγμές που οι ψυχές συναντιούνται σε έναν άλλο χωροχρόνο .
Τουλάχιστον μία ώρα νωρίτερα και σε κάθε επισκεπτήριο!Δεν ξέρω και δεν με νοιάζει να μάθω τι εποχή διανύουμε,αν κάνει κρύο ή ζέστη αν ο κόσμος έχει γυρίσει ανάποδα.Για εμένα υπάρχει μόνο ο Οδυσσέας.Είναι η πρώτη φορά που τα παιδιά μου είναι με την μητέρα μου,μακρυά μου και δεν σκέφτομαι τι κάνουν,δεν τηλεφωνώ πρωί ,μεσημέρι,βράδυ να μάθω νέα τους.Δεν αντέχω να παίρνω ούτε το μωρό αγκαλιά.Προσποιούμαι αλλά δεν με νοιάζει να τον παίρνω.Δεν τρώω.Βασικά δεν θυμάμαι ότι πεινάω.Έχω μείνει σχεδόν μισή και όταν τσιμπώ κάτι αισθάνομαι σαν τον λύκο στο παραμύθι με τα επτά κατσικάκια.Αυτή η αίσθηση του να έχεις καταπιεί πέτρες δεν λέει να φύγει.
Νομίζω ότι βρίσκομαι σε εφιάλτη που δεν έχει τέλος.Τα ΓΙΑΤΊ μου με στοιχειώνουν και ενώ θέλω να καταρρεύτσω κάτι μέσα μου δεν με αφήνει να πέσω.Μία φωνή με προτρέπει να σταθώ στα πόδια μου.Είναι και ο Σπύρος που πρέπει να δίνω κουράγιο.Λιπόψυχουν οι άντρες πιο εύκολα νομίζω.Είναι καθηλωμένος στον χώρο αναμονής,σχεδόν ακινητοποιημένος.Υπάρχουν φορές που δεν μπαίνει μέσα γιατί νιώθει ότι θα καταρρεύσει ,άλλες που μένει σπίτι γιατί είναι χάλια .Και εγώ συνεχίζω να ανεβοκατεβαίνω σκάλες.Εγώ που είμαι;Το δικαίωμα μου να καταρρεύσω που είναι;

 


Γιατί να μην μπορώ να φωνάξω από τον πέμπτο όροφο της εντατικής και να ακουστεί  το ουρλιαχτό μου στην θάλασσα,
να σηκώσει κύμα που να φτάνει ικετευτικά στο αυτί του Θεού;
Δεν έχω δικαίωμα να καταρρεύσω.Πρέπει να σταθώ και να στηρίξω τον Σπύρο και τα παιδιά μου ,να δώσω κουράγιο και να αφήσω το ελαφρύ αεράκι της ελπίδας να φυσήξει στα πρόσωπά τους.Εγώ έρχομαι δεύτερη.Αισθάνομαι δυνατότερη.Δεν είναι πάντα προνόμιο να είσαι δυνατός.Η δύναμη κρύβει μοναξιά πότε,πότε ειδικά όταν εσύ προσπαθείς να συνετίσεις το κομμάτι σου που διαλύεται και φοβάται.Είπα ''φόβο'';Όταν κάποιος έχει φτάσει να τα βρίσκει με τον θάνατο ή την προοπτική του θανάτου τι έχει να φοβηθεί;
Ανεβοκατεβαίνω τους ορόφους για να αντεπεξέλθω στον πόνο των άλλων που συναντιόμαστε έξω από την εντατική και ο σεναριογράφος μας έδεσε με περίεργο τρόπο.Προσπαθώ να τους δίνω κουράγιο ακόμη και όταν όλα δείχνουν προδιαγεγραμμένα.Δεν χρειάζεται να μιλάμε μεταξύ μας.Τα βλέμματα μιλάνε από μόνα τους.Αυτό το βλέμμα της απελπισίας με στοιχειώνει,Δεν μπορώ να ξεχάσω τα παιδιά που πέταξαν μακρυά και τα μάτια των γονιών τους.Τα δάκρυα με κάνουν να τα βλέπω όλα σαν να είμαι σε όνειρο.Στους ώμους μου κουβαλάω και τον πόνο των άλλων και προσπαθώ να τον απαλύνω .Μερικές φορές με το να τους δείχνω την ελπίδα να φτερουγίζει και άλλες με τον υπόκωφο θρήνο μου.Την σιωπή μου.
Δεν μπορώ να ξεχάσω τον Στράτο  και την Κατερίνα,το παιδάκι από τις Σπέτσες,το Ρωσάκι και κάποια άλλα.Ακόμη κλαίω όταν τα σκέφτομαι .Ακόμη θρηνώ.
Το μυαλό είναι απατεώνας.Μπακάλης όπως το αποκαλεί ο Καζαντζάκης.Διαστρεβλώνει όσα η καρδιά σου υπαγορεύει.Χρειάζεται αποδείξεις για να πειστεί.Το καταργώ και συνεχίζω να ανεβοκατεβαίνω τις σκάλες.Ρυθμίζω την αναπνοή μου και αφού έχω φιμώσει την λογική μπορώ να ακούω την καρδιά μου να τραγουδάει,μπορώ να φιλοξενώ την ελπίδα στην ψυχή μου.
Άλλωστε το απρόβλεπτο είναι μέσα στους κανόνες του παιχνιδιού.Δεν θέλω να προβλέπω πλέον.

Την ζωή την παίρνεις όπως σου έρχεται.Τα δώρα που χαρίζονται από ψυχής δεν τα επιστρέφεις .Τα κρατάς στα πολύτιμα και ανεκτίμητα όσο και να είναι λιγότερα των προσδοκιών σου ή παράταιρα από το γούστο σου
.ΤΗΝ ΖΩΗ ΜΑΘΑΙΝΕΙΣ ΝΑ ΤΗΝ ΣΕΒΕΣΑΙ ΚΑΙ ΝΑ ΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑΖΕΙΣ ΤΡΥΦΕΡΑ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΟΤΑΝ ΚΑΝΕΙ ΤΙΣ ΑΤΑΞΙΕΣ ΤΗΣ.Και εγώ συνεχίζω να ανεβοκατεβαίνω τις σκάλες...
 

Κυριακή 25 Αυγούστου 2013

Η ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΝΑ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΜΟΙΡΑΖΕΣΑΙ.

Όμορφο ρήμα το ''μοιράζομαι''.Κρύβει μέσα του ψυχικό πλούτο ,αφθονία ψυχής και μία μαγεία τόσο σε αυτόν που προσφέρει όσο και σε αυτόν που δέχεται το μοίρασμα.



Βασικές προϋποθέσεις να έχεις κάτι  υλικό ή ψυχικό να μοιραστείς και το μεγαλείο να μπορείς να το κάνεις.Το μοίρασμα εξυψώνει αλλά και τιμάει στο πέρασμά του.Αφήνει ανεξίτηλα σημάδια στις ψυχές και τις εκπαιδεύει .Ό,τι μοιράζεται δεν ακολουθεί την πράξη της διαίρεσης αλλά του πολλαπλασιασμού .Ό,τι μοιράζεται πολλαπλασιάζεται αθόρυβα ,σιωπηλά και έτσι αποκτά αξία ανεκτίμητη στον χρόνο .
Το μοίρασμα δεν είναι αυτονόητο.Τίποτα δεν είναι αυτονόητο γιατί το αυτονόητο εναρμονίζεται πάντα με αυτό που ο άλλος θεωρεί αξιοπρέπεια.Το αυτονόητο του να μοιράζεσαι διδάσκεται  και κρύβει μέσα του μία αξιοπρέπεια  σχεδόν ηρωική.Η ζωή είναι παιχνίδι ομαδικό .Ευκολότερα σηκώνεις στους ώμους σου την πίκρα ,το δάκρυ,το ζόρι,την απώλεια ,την ήττα και απολαμβάνεις με μεγαλύτερο πάθος το γέλιο,την ευτυχία ,την χαρά, την επιτυχία ,τη νίκη.



Μεγαλώνω παιδιά σχεδόν την μισή ζωή μου και αυτό που έχω καταλάβει είναι ότι τα παιδιά εκπαιδεύονται στο να μοιράζονται γιατί η παιδική ψυχή είναι αχόρταγη με την ζωή.Ίσως η απληστία να είναι κάτι που υπάρχει μέσα τους με την γέννηση τους ή να δημιουργείται από τις ενοχές κάποιων από εμάς να μην στερήσουμε τίποτα από τα παιδιά μας.Θέλουμε το παιδί μας να τα έχει όλα και μάλιστα σε αφθονία.Η ζωή όμως έχει τους δικούς της κανόνες  και το παιδί πρέπει να τους διδαχτεί   και να τους σεβαστεί.Το μοίρασμα απαιτεί σεβασμό και κυρίως στον δικό σου εαυτό.
Στο σπίτι μας έχουμε μάθει να μοιραζόμαστε σκέψεις ,όνειρα ελπίδα,αγάπη,τρυφερότητα,αγκαλιές


αλλά και πόνο,απογοήτευση,θλίψη,δάκρυ,πένθος.Μοιραζόμαστε την αγάπη  και την φροντίδα για τον Οδυσσέα μας που μας έχει ανάγκη και κανένας μας δεν το κάνει από οίκτο γιατί για εμάς αυτή είναι η πραγματικότητά μας, η καθημερινότητά μας, η άγρια μακαριότητά μας.Ο Οδυσσέας μας δεν είναι φορτίο στην πλάτη μας ,δεν είναι υποχρέωση .Είναι το δικό μας αυτονόητο .Τα αδέρφια του μοιράζονται τα χάδια τους ,τα γέλια τους ,τα φιλιά τους μαζί του.



Ο Οδυσσέας έχει μία ξεχωριστή θέση στην καρδιά τους και στην συνείδησή τους και έτσι έχουν αποκτήσει το μεγαλείο να έχουν εξορίσει την ζήλια από την ζωή τους.Η ζήλια είναι συναίσθημα ταπεινωτικό και αυτοκαταστροφικό προς τον εαυτό σου.Η αγάπη τους προς τον Οδυσσέα είναι προϋποθέτη(αν μπορεί να  υπάρξει τέτοια λέξη)και τιμά  τόσο τα παιδιά όσο και εμένα ως μαμά τους.
Μοιράζομαι.Μοιράζομαι το ταξείδι ,την περιπέτεια,τον προορισμό.

Μοιράζομαι την Ιθάκη μου!


Τετάρτη 21 Αυγούστου 2013

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΗΡΩΙΚΟ .ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΑ ΑΥΤΟΝΟΗΤΟ!


Nella Cordelia: Μία ιστορία γέννησης

Συγγραφέας: Kelle Hampton
Μετάφραση: Θωμάς Μικρούλης



Nella Fantasia (μετάφραση από τα Ιταλικά)
Στη φαντασία μου βλέπω έναν δίκαιο κόσμο,
Όπου όλοι ζουν με ειρήνη και ειλικρίνεια.
Ονειρεύομαι ψυχές που είναι πάντα ελεύθερες
Σαν τα περιπλανώμενα σύννεφα
Γεμάτο ανθρωπιά στα βάθη της ψυχής.
Στη φαντασία μου βλέπω έναν φωτεινό κόσμο,
Όπου κάθε νύχτα εκεί είναι λιγότερο σκοτεινή.
Ονειρεύομαι πνεύματα που είναι πάντα ελεύθερα,
Σαν τα περιπλανώμενα σύννεφα.
Στη φαντασία μου υπάρχει ένας θερμός άνεμος,
Που φυσά μέσα στην πόλη, σα φίλος.
Ονειρεύομαι ψυχές που είναι πάντα ελεύθερες,
Σαν τα περιπλανώμενα σύννεφα
Γεμάτο ανθρωπιά στα βάθη της ψυχής

Cordelia: Η Dorothy Cordelia, η λατρεμένη μου γιαγιά, που μου έμαθε περισσότερα για τη ζωή από όσο η ίδια γνωρίζει.
Αυτό είναι πιθανόν το δυσκολότερο πράγμα που έχω γράψει σε ολόκληρη τη ζωή μου. Το δυσκολότερο αλλά και το ομορφότερο. Καθώς ξεκινώ να πληκτρολογώ εδώ, αργά τη νύχτα, στο σκοτεινό μου δωμάτιο μόνη με τα κορίτσια μου να κοιμούνται στο πλάι μου, τα μικρά τους πρόσωπα μετά βίας να φαίνονται από το φως των κεριών που τρεμόπαιζε στο ίδιο ακριβώς δωμάτιο μία εβδομάδα νωρίτερα, η καρδιά μου αρχίζει να πονά όσο σκέφτομαι πού βρισκόμουν αυτή τη στιγμή την περασμένη εβδομάδα.
Μια εβδομάδα. Πώς μπορεί να πέρασε ήδη μια εβδομάδα; Έχω σκεφτεί ένα εκατομμύριο φορές το τι θα γράψω εδώ και πώς θα ξεκινήσω και με ποια σειρά θα τα αναφέρω και πιστεύω πως ήμουν πολύ φοβισμένη να επιστρέψω εδώ… τόσο φοβισμένη πως δεν θα δικαίωνα εκείνη την πολύτιμη βραδιά… πως  θα άφηνα κάτι απ’ έξω… πως θα χρησιμοποιούσα απλές λέξεις να περιγράψουν ένα γεγονός που μόνο απλό δεν ήταν, πράγμα αδύνατο. Αλλά χρειάζεται να το βγάλω από μέσα μου. Δεν ξέρω πώς θα προκύψει και αν θα βγάζει νόημα, αλλά απλά θα γράψω. Κι αν κολλήσω, θα πάρω αυτή τη μικροσκοπική, ευλογημένη ζωή που έχω στο πλάι μου στα χέρια μου και θα την κρατήσω σφιχτά. Θα την αισθανθώ μέσα μου και θα θυμηθώ…
Κι έτσι ξεκινά.
Η ιστορία της γέννησης της κόρης μας.
Αυτή είναι η Ιστορία της Nella.
Έκλεισα τα 31 στις 29 Δεκέμβρη… ακριβώς ένα μήνα πριν. Βγήκαμε για δείπνο με φίλους το προηγούμενο βράδυ και καθώς φεύγαμε, είδαμε το νέο βιβλιοπωλείο παραδίπλα να μας καλωσορίζει φωτισμένο. Είχα πει στον Brett πως δεν ήθελα κάτι αυτή τη χρονιά για τα γενέθλιά μου μιας και τα Χριστούγεννα μόλις είχαν περάσει, αλλά στη θέα του βιβλιοπωλείου, θυμήθηκα για ένα βιβλίο που είχα διαβάσει από έναν άλλο φωτογράφο. Περνώντας από μπροστά, είπα στον Brett πως άλλαξα γνώμη. Ήθελα ένα βιβλίο και το ήθελα… απόψε. Οπότε μπήκαμε και αυτός έπαιζε με τη Lainey στον κάτω όροφο όσο εγώ περιπλανήθηκα στο τμήμα με τα βιβλία αυτοβελτίωσης, ψάχνοντας ανάμεσα στους τίτλους μέχρι που πέτυχα το μοναδικό αντίτυπο του βιβλίου… A Million Miles in a Thousand Years του Donald Miller.
Αργότερα στο σπίτι, βάλαμε τη Lainey για ύπνο, ετοίμασα την μπανιέρα και μπήκα μέσα με τη φουσκωμένη μου κοιλιά, το καινούριο μου βιβλίο και έναν μαρκαδόρο υπογράμμισης. Και διάβασα. Διάβασα. Διάβασα. Υπογραμμίζοντας, τονίζοντας, βάζοντας αστεράκια σε παραγράφους και γνωμικά και λέξεις που με συγκινούσαν υπερβολικά. Ζέστανα το νερό περίπου ένα τρισεκατομμύριο φορές και το δέρμα μου σταφίδιασε, αλλά δεν μπορούσα να σταματήσω να διαβάζω. Το μπάνιο μου κράτησε τρεις ώρες και ακολούθησε άλλη μια ώρα με εμένα να διαβάζω στο κρεβάτι. Ολοκληρώνοντας το βιβλίο, ένιωθα εμπνευσμένη. Είχα την έμπνευση να γράψω μια νέα ιστορία για τη ζωή μας… είχα την έμπνευση να ξεπεράσω δοκιμασίες και να εγκαταλείψω τη «βολή» μου και να αντέξω τα δύσκολα γιατί αυτό είναι που μετατρέπει τα σενάρια της ζωή μας από βαρετά σε άξια βραβείου Όσκαρ. Και, για να είμαι ειλικρινής, στο μυαλό μου, αυτό που με απασχολούσε ήταν οι αλλαγές στη ζωή μας με τη δουλειά του Brett που τον κρατούσε μακριά από το σπίτι. Πού νά ‘ξερα.
(Ας προχωρήσουμε) λίγο πιο γρήγορα.
Την περασμένη Πέμπτη, ο Brett κι εγώ διασκεδάζαμε όλη μέρα με το πόσο έτοιμοι ήμασταν για αυτό το μωρό, που έπρεπε να γεννηθεί Πέμπτη ή Παρασκευή. Κάθε φορά που με έπαιρνε από τη δουλειά, μου έλεγε να πάω για τρέξιμο. Δεν βγαίνω για τρέξιμο, αλλά περπατούσα σαν τρελή, σέρνοντας μαζί μου τη Lainey στους δρόμους της γειτονιάς μας στο καρότσι, και σκεφτόμουν, «Αυτές ίσως είναι οι τελευταίες στιγμές μας μόνες με τη μοναχοκόρη μου.» Και την Πέμπτη το βράδυ, ήρθαν οι πόνοι… τίποτα τρομερά άβολο αλλά είχα έντονες κράμπες που ήταν κάπως τακτικές και εμφανίζονταν ξαφνικά αρκετές φορές μέσα στη νύχτα. Ως το πρωί, είχα πολλές σε απόσταση 15-20 λεπτών η μία από την άλλη, και ο γιατρός μου, πεπεισμένος πως θα γεννήσω αμέσως μόλις με πιάσουν για τα καλά, πρότεινε να πάω στο νοσοκομείο μέσα σε κάνα δυο ώρες. Θυμάμαι να κλείνω το τηλέφωνο και να το συνειδητοποιώ. Σήμερα θα ήταν η μέρα. Ήταν απίστευτο. Έστειλα μήνυμα στους φίλους μου. Πήρα τηλέφωνο την οικογένειά μου. Και ξεκίνησα τα τελευταία βήματα στην μακρά διαδικασία του να πω αντίο στο «μοναχοπαίδι μου». Ήθελε να της βάψω το πρόσωπο σα γατούλα και, παρόλο που ήθελα όσο τίποτα να τα μαζέψω και να κατευθυνθώ στο νοσοκομείο, λάτρεψα κάθε πινελιά από εκείνες τις τελευταίες στιγμές με τη μεγάλη μου κόρη.
Τηλεφώνησα τη φίλη μου την Katie στο Fort Lauderdale. Γνώρισα την Katie το βράδυ που γεννήθηκε η Lainey. Ήταν η νοσοκόμα που την ξεγέννησε. Κι από τότε είμαστε φίλες. Μου είχε υποσχεθεί πως ήθελε να είναι παρούσα σε όλες τις γέννες των μωρών μου, έτσι έγινε σίφουνας στον αυτοκινητόδρομο Ι-75 αμέσως μετά το τηλεφώνημά μου για να προλάβει.
Ήταν παράξενο. Έμοιαζε τόσο αληθινό κι όμως είχα ονειρευτεί αυτή τη στιγμή τόσον καιρό, που φάνταζε και κάπως σαν όνειρο. Τότε κατάλαβα… ήταν αυτό που περιμέναμε. Θέλαμε ένα δεύτερο παιδί. Χάσαμε μία εγκυμοσύνη. Έμεινα και πάλι έγκυος. Θυμάμαι την απαίσια νύχτα που πιστέψαμε πως όλα τελείωσαν και τρέξαμε στα επείγοντα και είδαμε εκείνη την καρδούλα να χτυπά. Την αναμονή και την προετοιμασία και επιτέλους, αυτές τις τελευταίες βδομάδες, όλα ήταν… τέλεια. Η μουσική για τη γέννα ήταν έτοιμη, οι κουβέρτες είχαν πακεταριστεί, τα ρούχα που θα έβαζα όταν επέστρεφα στο σπίτι, το στέμμα της μεγάλης αδελφής Lainey, το νυχτικό που αγόρασα μονάχα για την περίσταση… αυτό που θα φορούσα κρατώντας την κόρη μου την πρώτη νύχτα που θα την κουνούσα μέχρι να κοιμηθεί. Ακόμη και τα δώρα ευχαριστίας που σχεδίασα μόνη μου και έδεσα με κορδέλα ένα-ένα ήταν παραταγμένα στη σειρά το ένα πάνω στο άλλο μέσα στα κουτιά τους,  έτοιμα να μοιραστούν τη στιγμή που το δωμάτιο θα γέμιζε με επισκέπτες. Η καρδιά μου δεν άντεχε τόση συγκίνηση και δεν θα ξεχάσω ποτέ την αίσθηση που νιώθεις τις τελευταίες μέρες της εγκυμοσύνης, του να λαχταράς να πάρεις στην αγκαλιά σου το μωρό σου… είναι τόσο αληθινό, που μπορείς να το αγγίξεις.
Αποχαιρετήσαμε τη Lainey αφήνοντάς τη στη Γιαγιά και κατευθυνθήκαμε στο νοσοκομείο όπου γρήγορα με διέταξαν να βγάλω τα ρούχα μου και να φορέσω τη ρόμπα. Έβαλα τη λευκή πλισέ φούστα και το μαύρο πουκάμισο που φορούσα μέσα στην πλαστική σακούλα με τα υπάρχοντά μου. Μέρες αργότερα και μόνο η θέα αυτών των ρούχων — αυτών που φορούσα όσο ήμουν ενθουσιασμένη και ευτυχισμένη… τις τελευταίες μου «χαρούμενες» στιγμές προτού η ζωή μου αλλάξει – μου έφερνε πόνο. Νομίζω η Heidi τελικά έκρυψε τη σακούλα αυτή γιατί μ’ έκανε να κλαίω κάθε φορά.
Τα πρώτα στάδια του τοκετού ήταν τέλεια. Δεν πονούσα τόσο, ανυπομονούσα γι’ αυτή την ουτοπική εμπειρία που πλησίαζε, ο Brett ήταν χαλαρός, και οι φίλες μου άρχιζαν σιγά-σιγά να έρχονται στο δωμάτιο. Παίξαμε κι ένα παιχνίδι… με κάρτες «αν θα μπορούσες…» που είχα βάλει στην τσάντα μου μ’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό. Το είχα σχεδιάσει τέλεια και θα ήταν όπως το φανταζόμουν… αλλά καλύτερο.
Μέχρι τις 2:00, είχαν σπάσει τα νερά μου και οι συσπάσεις είχαν κορυφωθεί. Το δωμάτιο ήταν γεμάτο ενθουσιασμό και γέλιο. Συζητούσα με τις φίλες μου μέχρι να έρθει μια σύσπαση και τότε άλλαζα ρότα, έκανα «ωχ-ωχ-ωχ-ωχ-ωχ» μέχρι να περάσει (και έβριζα), και μόλις τελείωνε επέστρεφα το ίδιο γρήγορα, συνεχίζοντας τη συζήτηση από εκεί που είχαμε σταματήσει. Τσέκαρα πως ο Brett ήταν καλά. Πολλές από τις φίλες μου θα πήγαιναν σε ένα πάρτι γενεθλίων αλλά, με το που έμαθαν τα νέα μου, στριμώχτηκαν όλες στο δωμάτιο, ντυμένες στην τρίχα, πριν την έξοδό τους για να δουν πώς τα πάω. Μου άρεσε αυτός ο συνωστισμός… Λάτρευα την προσμονή. Λάτρευα την αίσθηση των ανθρώπων που περίμεναν με ανυπομονησία για το μωρό μας. Ήταν ένα ξεχωριστό συναίσθημα. … και ήμασταν τόσο έτοιμοι.
Δυο ώρες πέρασαν και ο πόνος έγινε ανυπόφορος, παρακαλούσα τον αναισθησιολόγο για επισκληρίδιο. Ήταν απασχολημένος, οπότε τον έβρισα κι εκείνον. Δεν ήξερα πως είχα φτάσει ήδη στα 9 εκατοστά διαστολής. Σε εκείνο το σημείο τα πράγματα άρχισαν να γίνονται θολά. Όλα συνέβησαν τόσο γρήγορα. Θυμάμαι τον αναισθησιολόγο να έρχεται για την επισκληρίδιο, τον Brett ανήσυχο, τις φίλες μου να μου μιλάνε για να ξεχνιέμαι, την παιδίατρο να σταματάει για ένα «γεια» ανάμεσα στις επισκέψεις της και τον γυναικολόγο μου να έρχεται μέσα και να βάζει ποδιά. Αυτό ήταν. Με τη Lainey, είχε πάρει άπειρη ώρα και τώρα βρισκόμουν εδώ, λίγες μόνο ώρες αφού έφτασα σ’ αυτό το μέρος, και θα μου έλεγαν να σπρώξω.
Θα μου έλεγαν «άλλη μία φορά» και ξαφνικά η ζωή μου θα άλλαζε.
Δεν μπορούσα ούτε και τότε να το συνειδητοποιήσω. Όλα συνέβαιναν τόσο γρήγορα και ήθελα να το απολαύσω. Κοίταζα τριγύρω στο δωμάτιο και προσπαθούσα να το ζήσω όλο αυτό… τα κεριά, τη μουσική, τα έλαια λεβάντας που είχα φέρει και διαχέονταν στο δωμάτιο για να με χαλαρώσουν. Και τότε θυμάμαι να μιλάω στον εαυτό μου. Όπου να ‘ναι θα γνωρίσεις την κόρη σου. Θα αλλάξεις για τα καλά.
Σ’ εκείνο το σημείο, άκουσα τους ήχους του τραγουδιού της γέννησης να γεμίζουν το δωμάτιο…When You Love Someone.
Και άρχισα να κλαίω.
Ο άντρας μου, οι φίλες μου, ο μπαμπάς μου, οι νοσοκόμες μου… όλοι χαμογελούσαν… οι φωτογραφικές άστραφταν…
Σπρώξε άλλη μια φορά.
Ω, είναι τόσο δύσκολο αυτό…
Έσπρωξα. Έσπρωχνα και έβλεπα το μικροσκοπικότερο σωματάκι να βγαίνει από μέσα μου, κουνώντας χέρια πέρα δώθε, να κλαίει γοερά… και μετά, την έβαλαν στα χέρια μου.
… και κατάλαβα.
Κατάλαβα τη στιγμή που την είδα πως έχει Σύνδρομο Down και κανείς άλλος δεν το κατάλαβε. Την κρατούσα και έκλαιγα. Έκλαιγα και τα μάτια μου έψαχναν στο δωμάτιο να συναντήσουν τα μάτια οποιουδήποτε θα μου έλεγε πως δεν το έχει. Την κρατούσα και την κοιτούσα σαν να μην ήταν δικό μου μωρό και προσπαθούσα να το συνειδητοποιήσω. Και το μόνο που μπορώ να θυμηθώ από εκείνες τις στιγμές είναι το πρόσωπό της. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την κόρη μου στην αγκαλιά μου, να ανοίγει τα μάτια της ξανά και ξανά… το βλέμμα της καρφωμένο στο δικό μου και να με κοιτάζει… να τρυπάει την ψυχή μου.
Αγάπησέ με. Αγάπησέ με. Δεν είμαι αυτό που περίμενες, αλλά σε παρακαλώ, αγάπησέ με.
Αυτή ήταν για μένα η πιο καθοριστική στιγμή της ζωής μου. Αυτή ήταν η αρχή της ιστορίας μου.
Δεν θυμάμαι πολλά. Οι φίλοι μου συμπλήρωσαν τα κενά μου, αλλά ένιωθα σαν να ήμουν μέσα σε μια μαύρη τρύπα. Ξέρω πως την κρατούσα. Ξέρω πως τη φιλούσα. Ξέρω πως εκλιπαρούσα κάθε δύναμη στον κόσμο πως αυτό δεν συνέβαινε… πως ήταν φυσιολογική, αλλά ήξερα βαθειά μέσα μου ακριβώς τι ήταν όλο αυτό.
Την πήραν από το στήθος μου, οι νοσοκόμες να χαμογελούν αμήχανα και να την ελέγχουν. Ήθελα κάποιος να μου πει τι συνέβαινε… Ρωτούσα συνέχεια αν ήταν καλά και μου έλεγαν πως ήταν μια χαρά. Έκλαιγε και ήταν ροδαλή και άκρως υγιής. Ήθελα να το πω, αλλά δεν μπορούσα. Οπότε, ρώτησα γιατί η μυτούλα της ήταν πατικωμένη… γιατί φαινόταν μυστήρια. Και επειδή βγήκε με τον πωπό και τόσο γρήγορα, πολλοί άνθρωποι στο δωμάτιο ειλικρινά πίστευαν πως η όψη της θα άλλαζε σε καμιά ώρα. Αλλά εγώ ήξερα. Έκλαιγα και ξανάκλαιγα όσο όλοι τους χαμογελούσαν και την έβγαζαν φωτογραφίες, σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Συνέχιζα να κλαίω και να ρωτάω «Υπάρχει κάτι που δεν μου λέτε;»… και αυτοί συνέχιζαν να χαμογελάνε.
Σ’ αυτό το σημείο, πίστευα μέχρι πρότινος πως η παιδίατρος ήρθε στο δωμάτιο αμέσως να μου μεταφέρει τα νέα. Αλλά επειδή ήμουν τόσο συγχυσμένη και συναισθηματικά φορτισμένη και δεν είχα κοιμηθεί πολύ μέσα στη βδομάδα, μου λένε τώρα πως δεν ήταν αμέσως. Οι νοσοκόμες φαίνεται να κάλεσαν την παιδίατρο για «υποψίες Συνδρόμου Down». Εκείνη την ώρα, μου έδωσαν πίσω την κόρη μου σαν να μη συνέβαινε τίποτα.
Θυμάμαι αυτή τη στιγμή αργότερα, έκλαψα πολύ αναρωτώμενη τι έκανα. Ένιωσε αγάπη; Τη φίλησα; Την κράτησα στην αγκαλιά μου και της είπα «χαρούμενα γενέθλια» και την έπνιξα σε δάκρυα ευτυχίας; Οι φίλοι στο δωμάτιο χαμογελούν όταν το ρωτάω και μου υπόσχονται πως το έκανα. Λένε πως δεν σταμάτησα να τη φιλάω. Και όσο την κρατούσα, η ζωή στο δωμάτιο συνεχιζόταν. Κάποιος άνοιξε σαμπάνια και γέμιζε ποτήρια και έκαναν πρόποση… «Στη Nella!» όσο εγώ καθόμουν, μπερδεμένη, προσπαθώντας να συνειδητοποιήσω τα πάντα.
…και είμαι τόσο ευλογημένη για τις υπέροχες φωτογράφους φίλες μου, τη Laura και τη Heidi, που ήταν εκεί να απαθανατίσουν κάθε στιγμή. Δεν σταμάτησαν να βγάζουν φωτογραφίες… υπάρχουν πάνω από 2000 εικόνες από τη γέννα και με βοήθησαν να ξαναζήσω αυτή την ομορφιά.
Θυμάμαι να μην αισθάνομαι… τίποτα. Είχα στην κυριολεξία αποχωριστεί το σώμα μου για λίγο.
Αλλά είπαν πως τη φίλησα. Είπαν πως την αγάπησα. Είπαν πως ήμουν η μαμά της.
Θυμάμαι την παιδίατρό μου ξαφνικά να έρχεται στο δωμάτιο και η καρδιά μου να βυθίζεται λιγάκι… ήξερα. «Γιατί είναι αυτή εδώ;» ρώτησα. Και μου είπαν πως απλά ήρθε να τσεκάρει το μωρό. Το οποίο και έκανε. Και τότε το δωμάτιο σιώπησε και ζητήθηκε από όλους να φύγουν. Άρχισα να τρέμω. Ήξερα τι θα ακολουθούσε. Τα δάκρυα. Το σφίξιμο στο στομάχι μου πως σύντομα θα συντάρασσαν τον κόσμο μου.
Ο Brett στεκόταν πλάι μου, χαϊδεύοντας τα μαλλιά μου και οι νοσοκόμες φίλες μου, η Dot και η Katie, παρέμειναν σε κάθε πλευρά του κρεβατιού μου. Και τότε συνέβη.
Η παιδίατρός μου τύλιξε στοργικά τη Nella με μια κουβέρτα και μου την παρέδωσε… και γονάτισε πλάι μου ώστε να με βλέπει στα μάτια… όχι από ψηλά. Χαμογέλασε τόσο θερμά και κράτησε το χέρι μου τόσο σφιχτά. Και δεν πήρε στιγμή τα μάτια της απ’ τα δικά μου. Είχαμε περάσει πολλά μαζί με τον ίκτερο της Lainey και είχα περάσει πολλές δακρύβρεχτες συζητήσεις μαζί της την περίοδο εκείνων των δυόμισι χρόνων. Είναι μία εκπληκτική παιδίατρος. Αλλά τη στιγμή εκείνη, έγινε κάτι περισσότερο. Έγινε φίλη μας καθώς μοιραζόταν μαζί μας τα νέα.
Πρέπει να σου πω κάτι.
… και έκλαψα γοερά… «Ξέρω τι πρόκειται να πεις».
Χαμογέλασε και πάλι και έσφιξε το χέρι μου ακόμη πιο δυνατά.
Το πρώτο πράγμα που θα σου πω είναι πως η κόρη σου είναι πανέμορφη και τέλεια.
… και έκλαψα περισσότερο.
…αλλά υπάρχουν κάποια χαρακτηριστικά που με οδηγούν στο συμπέρασμα πως μπορεί να έχει Σύνδρομο Down.
Επιτέλους, κάποιος το είπε.
Ένιωσα καυτά δάκρυα να κυλάνε και να πέφτουν στο πρόσωπο του μωρού μου. Η πανέμορφη, τέλεια κόρη μου. Φοβόμουν να κοιτάξω τον Brett, γι’ αυτό και δεν το έκανα. Απλά τη φίλησα.
Και τότε, η Δρ. Foley πρόσθεσε…
… μα, Kelle… είναι πανέμορφη. Και τέλεια .
Ζήτησα από τον πατέρα μου να έρθει πάλι πίσω στο δωμάτιο. Και όταν μπήκε μέσα, έκλαψα και πάλι. Πιστεύουν πως έχει Σύνδρομο Down.
Και τότε χαμογέλασε καθώς τα μάτια του βούρκωσαν με δάκρυα και είπε, «Δεν πειράζει. Εμείς την αγαπάμε». Την πήρε στα χέρια του και του ζήτησα να πει μια προσευχή. Και εκεί, μέσα στην αίθουσα τοκετού στην οποίο λίγες στιγμές νωρίτερα είχε έρθει στον κόσμο, μαζευτήκαμε γύρω απ’ το κρεβάτι μου… ο Brett να χαϊδεύει ακόμη τα μαλλιά μου, η Katie να κλαίει από τη μία πλευρά, η Dot από την άλλη και η Δρ. Foley γονατισμένη δίπλα στο κρεβάτι μου. Προσευχήθηκε και ευχαρίστησε τον Θεό που μας έδωσε τη Nella και τον ευχαρίστησε για όλα τα υπέροχα πράγματα που σχεδίαζε για μας. Για την οικογένειά μας. Για τη Nella. Αμήν.
Η Δρ. Foley με αγκάλιασε και μου είπε πως πρέπει να την κρατήσει για την εξέτασή της, αλλά τώρα ήθελε απλά να την κρατήσει για να την αγκαλιάσει σφιχτά. Και το έκανε. Πάντα θα θυμάμαι τη συμπόνια της και θα ξέρω πως κανείς άλλος δεν θα έκανε καλύτερη δουλειά στο να μοιραστεί αυτό το απαιτητικό ταξίδι μαζί μας.
Η Katie ρώτησε αν ήθελα να θηλάσω τη Nella και το έκανα. Άλλη μια ονειρεμένη στιγμή για την οποία ανυπομονούσα κι όμως μου φαινόταν τόσο διαφορετική αυτή τη φορά.Αλλά θυμάμαι να γραπώνεται κατευθείαν επάνω μου και να θηλάζει χωρίς κανένα δισταγμό και γω να τη βλέπω, να με αποδέχεται ολοκληρωτικά σαν τη μαμά της και να χώνεται στην αγκαλιά του μοναδικού ανθρώπου που γνώριζε και αισθάνθηκα απόλυτα ένοχη που δεν ένιωθα το ίδιο. Ένιωθα αγάπη, βέβαια. Απλά συνέχεια έφερνα στο μυαλό μου εκείνο το άλλο μωρό… εκείνο που ένιωσα να πεθαίνει τη στιγμή που συνειδητοποίησα πως δεν ήταν αυτό που περίμενα. Αλλά ο θηλασμός… αχ, ο θηλασμός… πόσο μας έδεσε. Ο μοναδικός υπέροχος δεσμός αγάπης που είχα για αυτό το ευλογημένο αγγελούδι. Και, για δες… χαμογέλασα. Δεν θυμάμαι να χαμογελούσα, κι όμως… χαμογέλασα.
Ο διάδρομος ήταν ακόμη γεμάτος με όλους όσους περίμεναν… και υπάρχουν ιστορίες από τους υπέροχους φίλους και την οικογένεια γύρω από το τι συνέβαινε πίσω από εκείνον τον τοίχο ενώ περίμεναν. Το μόνο που ξέρω είναι πως υπήρχε περισσότερη αγάπη σε εκείνο το μαιευτήριο από όση μπορούσε ν’ αντέξει το μέρος. Καθώς τα ανήσυχα βλέμματά τους άρχισαν να ξαναμπαίνουν στο δωμάτιο, κράτησα το μωρό μου και τους είπα όλους, κλαίγοντας, αυτό που μας είχαν πει. Ήξερα πως υπήρχε ένας σωρός κόσμος έτοιμος να έρθει και να γιορτάσει και ήθελα όλοι τους να το γνωρίζουν προτού μπουν μέσα. Δεν μπορούσα να αντέξω συναισθηματικά να το πω στον οποιονδήποτε κι όμως, ήθελα ο κόσμος να το ξέρει όσο το δυνατόν συντομότερα γιατί γνώριζα πως χρειαζόμουν τη βοήθεια… έπεφτα, γλιστρούσα, χανόμουν στο τούνελ μιας μαύρης τρύπας και χρειαζόμουν την αγάπη όσο περισσότερο για να αντέξω.
Το μόνο που θυμάμαι είναι ευτυχία. Από όλους. Όλες οι ευλογημένες ψυχές σ’ εκείνη την αίθουσα γιόρτασαν σαν να μην υπήρχε τίποτα άλλο παρά μόνο χαρά. Όλοι γνώριζαν… και υπήρχαν μερικά πρησμένα μάτια, αλλά κατά βάση, υπήρχε απόλυτη ευτυχία.  Κι άλλοι φίλοι άρχισαν να έρχονται. Κι άλλα χαμόγελα. Κι άλλες προπόσεις. Κι αγκαλιές δίχως λόγια… αγκαλιές που δεν είχα ξανανιώσει. Αγκαλιές που σήμαιναν πολλά… χέρια σφιγμένα γύρω από τον λαιμό μου, χείλη κολλημένα στο μέτωπό μου και σώματα που έτρεμαν με λυγμούς… λυγμούς που μου ομολογούσαν πως το ένιωθαν κι εκείνοι… ένιωθαν τον πόνο μου και ήθελαν να μου τον πάρουν.
Κι ο Brett… ποτέ του δεν έφυγε από το πλάι της κόρης μας. Ήταν σιωπηλός σε όλο αυτό, και δεν είμαι σίγουρη πως θα μάθω ποτέ πώς ένιωθε, αλλά ξέρω τον πατέρα των παιδιών μας, και ξέρω πως δεν γνωρίζει τίποτα άλλο παρά μονάχα να τα αγαπάει με όλη του την καρδιά. Και το έκανε απ’ την αρχή.
Μόλις πέρασε η επίδραση από την επισκληρίδιο, ήθελα να βάλω το δικό μου νυχτικό. Θα με πήγαιναν στο νέο μας μωρό στον επάνω όροφο και ήμουν έτοιμη για μια καινούρια αρχή. Όλοι κουβάλησαν τα πράγματά μας επάνω και μας περίμεναν. Και εκείνη… τη στιγμή για την οποία μιλάω συνέχεια… τη στιγμή που σε βάζουν στο καροτσάκι και σου δίνουν το μωρό στην αγκαλιά σου… και σε κάνουν βόλτα στους διαδρόμους ως το δωμάτιό σου ενώ οι περαστικοί χαμογελάνε και εύχονται να βρίσκονταν στη θέση σου. Είναι τόσο παράξενο, αλλά μόλις που τη θυμάμαι.
Θυμάμαι να φτάνω στο δωμάτιό μας και να μου λένε πως η Lainey ήταν καθοδόν. Και έριξα καινούρια δάκρυα. Δεν είχα καν σκεφτεί πώς θα επηρέαζε όλο αυτό τη Lainey… τι θα σκεφτόταν… πόσο διαφορετική θα ήταν η ζωή της… πώς το όμορφο όραμα που είχαν για τις δύο αδελφούλες να μεγαλώνουν μαζί, να μιλάνε στο τηλέφωνο ενήλικες πια, να συμβουλεύουν η μία την άλλη, να μαγειρεύουν παρέα, να πηγαίνουν για ψώνια… όλα θα ήταν διαφορετικά. Το μούδιασμα άρχισε να εγκαταλείπει την καρδιά μου και άρχισε να εγκαθίσταται στη θέση του ο πόνος.
Μην κλάψεις. Μην κλάψεις. Μην κλάψεις όταν έρθει εδώ η Lainey.
… και δεν θα ξεχάσω ποτέ το πρόσωπό της… τα χαριτωμένα ρούχα που κάποιος της φόρεσε… τα μάτια της όταν μπήκε σε εκείνο το δωμάτιο, και τον τρόπο που προσπαθούσε να κρύψει τον ενθουσιασμό της με το δειλό της χαμόγελο.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη μέρα που η κόρη μου έγινε η μεγάλη αδελφή.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη στιγμή που η μικρή της αδελφή βρέθηκε στην αγκαλιά της. Παρακολουθούσα με αγωνία… δακρυσμένη… θαυμάζοντας το μικρό μου κοριτσάκι που μου δίδασκε πώς ν’ αγαπήσω. Μου έδειξε πώς ήταν η αγάπη άνευ όρων… πώς ήταν το να μην έχεις στερεότυπα… ήταν…
… περήφανη.
… αυτή ήταν μία από τις πιο όμορφες στιγμές της ζωής μου. Το χρειαζόμουν αυτό.
Καθώς το σκοτάδι έπεφτε εκείνη τη νύχτα και οι άνθρωποι άρχιζαν σιγά σιγά να αποχωρούν, με έπιασε η παράνοια. Ένιωθα τόσο τρομαγμένη γιατί ήξερα πως με το σκοτάδι… με την αποχώρηση όλων όσων γιόρταζαν… θα ερχόταν η θλίψη. Την ένιωθα να πλησιάζει… και με πονούσε τόσο, τόσο, μα τόσο πολύ.
Ήθελα η Lainey να πάει σπίτι με τον Brett. Η καρδιά μου ήτανε ένα εκατομμύριο κομμάτια και ήθελε να είναι μαζί της, κι αν δεν μπορούσα, ήθελα να έχω εκείνον εδώ. Οπότε και έφυγε… με το μικρό κοριτσάκι που γέμιζε τον κόσμο μου, και έμεινα στο νοσοκομείο με τις δύο εκπληκτικές, υπέροχες φίλες μου που ποτέ δεν θα καταλάβουν πόσο ξεχωριστές είναι για όλα όσα έκαναν για μένα εκείνο το βράδυ. Και άκουσαν και είδαν πράγματα που κανείς ποτέ δεν θα μάθει, αλλά δεν θα τα κατάφερνα να βγάλω τη νύχτα χωρίς αυτές.
Νομίζω πως έκλαιγα για επτά ώρες συνεχόμενα. Ήταν πόνος που μου διέλυε τα σωθικά. Κρατούσα τη Nella και τη φιλούσα αλλά είχα κυριολεκτικά σπασμούς από πόνο ψυχής σε εκείνο το κρεβάτι μέσα στο σκοτάδι με τα κεριά και τις φίλες μου στο πλευρό μου μέχρι να βγει ο ήλιος. Θυμάμαι να προσπαθώ να κοιμηθώ και μετά να αισθάνομαι πως ερχόταν πάλι… και άρχιζα να τρέμω, και οι δυο τους πετάγονταν όρθιες και με αγκάλιαζαν από κάθε πλευρά, η Nella ζουληγμένη ανάμεσα στις τέσσερις μας. Παρακαλούσα να έρθει το πρωί, μέχρι που μια στιγμή θεώρησα πως το φως μιας λάμπας του δρόμου ήταν το φως του ήλιου και άναψα τα φώτα για να μάθω πως ήταν 3 π.μ. και είχα ακόμη δρόμο ώσπου να περάσει η νύχτα.
Δεν μπορώ να εξηγήσω εκείνο το βράδυ. Φαντάζομαι πως είναι απαίσιο να λες πως πέρασες την πρώτη νύχτα μετά τη γέννηση της κόρης σου σε μια κατάσταση αγωνίας, αλλά ξέρω πως ήταν απαραίτητο για μένα να προχωρήσω και να φτάσω εδώ που είμαι σήμερα. Και, γνωρίζοντας πού βρίσκομαι σήμερα και πόσο πολύ αγαπώ αυτή την ψυχούλα, γνωρίζοντας πως ήταν γραφτό να μας συμβεί, γνωρίζοντας τον τρελό τρόπο με τον οποίο οι ψυχές μας μπλέχτηκαν και μεγάλωσαν η μία μέσα από την άλλη, μπορώ να τα πω όλα αυτά τώρα. Είναι δύσκολο, αλλά είναι αληθινό και όλοι μας έχουμε αισθήματα. Τα ζούμε, τα αναπνέουμε, τα αλλάζουμε και γρήγορα μετατρέπονται σε καινούρια αισθήματα. Γι’ αυτό και γω θα το πω.
Φώναξα πως ήθελα να την αφήσω και να τρέξω μακριά. Ήθελα να πάρω τη Lainey και τον τέλειο κόσμο μου και την τέλεια αγάπη που είχα χτίσει με τη δίχρονη κορούλα μου και τις μέρες που φτιάχναμε μαζί cupcakes και τις χειροτεχνίες μας και τον μαγευτικό δεσμό μας και ήθελα να τρέξω όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Ήθελα να μείνω πάλι έγκυος. Ήθελα τόσο πολύ να ξαναμείνω έγκυος. Ήθελα να έρθει και πάλι το πρωί που θα ξαναγεννιόταν… τότε που ήμουν χαρούμενη και ενθουσιασμένη και φορούσα ακόμη την πλισέ μου φούστα και το μαύρο μου πουκάμισο και τα έβαλα στη σακούλα με τα υπάρχοντά μου γνωρίζοντας πως η ευτυχία θα ερχόταν. Ήθελα να γυρίσω πίσω. Ήθελα να γυρίσω πίσω. Ήθελα να γυρίσω πίσω.
Αναστέναζα από πόνο και  μέσα σ’ όλο αυτό, το αγγελούδι αυτό με χρειαζόταν. Έκλαψα ενώ τη θήλαζα. Έκλαψα ενώ την κρατούσα. Έκλαψα καθώς έβγαζα το νυχτικό μου και ξάπλωνα στο κρεβάτι ακουμπώντας τη στη γυμνή μου σάρκα προσευχόμενη να νιώσω ένα δεσμό. Σπαρταρούσα στην κυριολεξία με πόνο ψυχής για ώρες. Η Heidi και η Katie είδαν κομμάτια του εαυτού μου που κανένας άλλος δεν έχει ξαναδεί. Τα μάτια μου ήταν τόσο πρησμένα, η Heidi λέει πως έμοιαζα με τον Rocky… σαν κάποιος να με χτύπησε αλύπητα στο πρόσωπο και μετά να έκανε δυο μικρές χαραγματιές για μάτια. Τόσο άσχημα.
… και μετά ήρθε το πρωί. … και μαζί του, η ελπίδα.
Υπάρχουν τόσα πολλά περισσότερα που θα μπορούσα να γράψω… και θα το κάνω… στα κεφάλαια του βιβλίου μας.
Η αδελφή μου έφτασε την επόμενη μέρα και έφερε την επανάσταση στο μέρος με τον δικό της «Έχω ένα όνειρο» λόγο. Μου είπε πως είχα καταπιεί το μπλε χάπι. Μου είπε πως δεν θα γυρνούσα ποτέ πίσω. Αλλά πως κρατούσα ένα κλειδί για μια πόρτα που κανένας άλλος δεν έχει. Και, με δάκρυα στα μάτια της, μου είπε ενθουσιασμένη και γεμάτη πάθος πόσο τυχερή ήμουν. Μου είπε πως με διάλεξαν και πως αυτό είναι το πιο ξεχωριστό πράγμα στον κόσμο. Μου είπε πως όλα θα πάνε μια χαρά.
Και είχε απόλυτο δίκιο.
Τη μέρα μετά τη γέννηση της Nella, ερωτεύτηκα σφόδρα. Ήξερα πως είναι δική μου.Ήξερα πως ήμασταν πλασμένες η μία για την άλλη. Ήξερα πως ήταν το μωρό που μεγάλωνε όλον αυτόν τον καιρό μέσα στην υπέροχη στρογγυλή κοιλιά μου… το μωρό που παραλίγο να χάσω… το μωρό που περήφανη χάιδευα όταν μου έλεγαν πόσο όμορφη ήταν αυτή η κοιλιά. Ήταν όμορφη. Ήταν η Nella απ’ την πρώτη στιγμή.
Μία σημαντική καμπή της ιστορίας για μένα ήταν όταν η αδελφή μου δημοσίευσε το post μου και η αγάπη άρχισε να ξεχύνεται. Δεν είχα ιδέα. Καμία ιδέα. Δεν είχα ιδέα πως υπήρχατε όλοι εσείς εκεί έξω. Και τα λόγια που μου λέγατε… τα πίστευα. Και ίσως τα πίστευα έτσι κι αλλιώς, αλλά το να τα ακούω τη στιγμή που τα χρειαζόμουν… με γεμίσατε δύναμη. Και οι φίλοι και η οικογένειά μου… ω, δεν θα μάθουν ποτέ πόσο ξεχωριστοί είναι για μένα. Δεν έχω νιώσει ποτέ μου τόση αγάπη. Όλοι σας πραγματικά μου δανείσατε τις καρδιές σας όσο η δική μου ράγιζε. Και αγαπήσατε το μωρό μου. Την αγαπήσατε τόσο πολύ. Δεν είστε η μαμά της και όμως τη λούσατε με δάκρυα καθώς την κρατούσατε. Τη φιλήσατε. Όταν έκλαιγε μέσα στη νύχτα κι εγώ χρειαζόμουν λίγο ευλογημένο ύπνο, ανάψατε τη λάμπα ικτερου ενάντια στις εντολές των νοσοκόμων, φορέσατε τα γυαλιά σας και ξαπλώνατε στην καρέκλα με τη σειρά μοναχά για να την κρατήσετε.
Μου υποσχεθήκατε να βρίσκεστε εδώ σ’ αυτό το ταξίδι και αυτό από μόνο του σημαίνει πολλά περισσότερα απ’ όσα μπορώ ποτέ να εκφράσω. Το να σε αγαπάνε… είναι το μεγαλύτερο συναίσθημα που μπορεί να νιώσει κανείς.
Το διάστημα των ημερών που ακολούθησαν, τα πράγματα έγιναν υπέροχα. Έκλαψα, βέβαια… αλλά τα δάκρυά μου έγιναν σύντομα δάκρυα ευτυχίας. Ένιωθα τυχερή. Ένιωσα χαρούμενη. Και ένιωθα πως δεν ήθελα να τρέξω μακριά με τη Lainey άλλο πια… και αν το έκανα, θα έπαιρνα και το κουνελάκι μου μαζί μου.
Όταν η Lainey μπήκε στο νοσοκομείο με ίκτερο, θυμάμαι να αγκαλιάζω τον Brett και να κλαίω. Του είπα πως αν ο Θεός την έκανε καλά, θα έκανα τα πάντα. Θα ζούσα σε ένα κουτί, θα πουλούσα ό,τι είχαμε, θα ήμουν χαρούμενη και με το τίποτα… απλά να την έκανε καλά. Και όταν έγινε πραγματικά καλύτερα, το αίσθημα αυτής της ατόφιας ευγνωμοσύνης ήταν αληθινό, αλλά δεν άργησε να επανέλθει η φυσιολογική ζωή και παραπονιόμουν και πάλι για το βρώμικο τσιμέντο ανάμεσα στα φτηνά πλακάκια μας και το πόσο πολύ ήθελα ξύλινα πατώματα.
Συχνά σκέφτομαι πόσο γρήγορα έφυγε αυτό το συναίσθημα επειδή είχαμε ένα τέλειο, υγιέστατο κοριτσάκι να τρέχει στο σπίτι και να σβήνει κάθε οδυνηρή ανάμνηση από τότε που θεωρούσαμε πως κάτι πήγαινε πολύ στραβά.
Ένιωσα το ίδιο συναίσθημα ξανά την περασμένη εβδομάδα. Και καθώς ο πόνος σιγά σιγά υποχωρούσε, συνειδητοποίησα… πάντα θα το θυμάμαι. Η Nella μου, το ξεχωριστό μου κουνελάκι, η όμορφη τέλεια μα και μοναδική κόρη μου θα μου το θυμίζει διαρκώς στη ζωή. Πως δεν έχει να κάνει με ξύλινα πατώματα. Όχι, η ζωή είναι για την αγάπη και για να ζήσεις πραγματικά την ομορφιά που είμαστε προορισμένοι να γνωρίσουμε.
Κι έτσι, επιστρέψαμε στο σπίτι… χαρούμενοι. Για την ακρίβεια, το να βγαίνουμε από το νοσοκομείο με τη νέα μας κορούλα και το περήφανο μεγάλο πια κορίτσι μας, με την κορώνα της, να κρατάει σφιχτά το χερούλι της θέσης στο αυτοκίνητο με τον Μπαμπά… ήταν ακριβώς όπως το είχα φανταστεί.
Η ζωή συνεχίζεται. Και υπήρξαν πολλά δάκρυα έκτοτε. Και θα υπάρχουν. Αλλά υπάρχει και το εμείς. Η Οικογένειά Μας. Θα αγκαλιάζουμε αυτή την ομορφιά και θα την αναπτύξουμε. Θα κρατάμε το πολύτιμο δώρο μας και θα ξέρουμε πως είμαστε τυχεροί. Αισθάνομαι τυχερή. Αισθάνομαι προνομιούχος. Αισθάνομαι πως υπάρχει μια ιστορία τόσο όμορφη στο μέλλον… και εμείς καταφέρνουμε να τη ζήσουμε. Απίστευτο.
Η ιστορία έχει ξεκινήσει…
Σελίδα τη Σελίδα…
Δεν ξέρω από πού να ξεκινήσω να σας περιγράφω το πόσο την αγαπώ. Δε θα την αντάλλασσα με τίποτα στον κόσμο και όλοι σας μπορείτε να έχετε πίσω την καρδιά που μου δανείσατε. Η ραγισμένη μου καρδιά θεραπεύτηκε… κι αν την κρατούσατε, θα ξέρατε τι εννοώ.
Τα κορίτσια μου. Είμαι πλήρης.
Υπάρχουν τόσα θαύματα που θα ήθελα να μοιραστώ… αλλά ήξερα πως έπρεπε πρώτα να πω την ιστορία της. Θα ακολουθήσουν κι άλλα… τραβάμε πολλές φωτογραφίες και αγαπάμε τις ομορφιές της ζωής… και τα αστεία… και τον πυρετώδη της ρυθμό… είναι απίστευτο.
… αλλά όμορφο.
Τα κατάφερα. Είπα την ιστορία για το κουνελάκι μας.
(Αξίζει να δείτε και όλες τις υπέροχες φωτογραφίες που συνοδεύουν αυτή την ιστορία στο http://www.kellehampton.com/2010/01/nella-cordelia-birth-story.html)




Τρίτη 20 Αυγούστου 2013

Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΤΟΥΡΤΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ!

Σήμερα στο σπίτι μας κερνάμε μπόλικες ευχές ζυμωμένες  με αγάπη πασπαλισμένες με ελπίδα και γαρνιρισμένες με πίστη.

Παρακάλεσα τους αγγέλους να ετοιμάσουν για εσένα την ομορφότερη τούρτα του κόσμου με υλικά απλά αλλά ευλογημένα.


 ΕΚΕΙΝΟΙ με ρώτησαν  ποια είναι τα υλικά που προτιμώ. Και το άφησα επάνω τους.Τους παρακάλεσα να αυτοσχεδιάσουν και να σου χαρίσουν την τούρτα που ΑΥΤΟΙ επιθυμούν.

Η τούρτα σου λοιπόν έχει το χρώμα της ελπίδας,την μυρωδιά της δύναμης και την γεύση της αγάπης.
Ξέρεις από μικρή είχα την απορία γιατί στα γενέθλια σβήνουμε κεράκια .Το βρίσκω αν μη τι άλλο λίγο καταθλιπτικό γιατί επικεντρώνεται σε αυτό που φεύγει και όχι στον νέο χρόνο που προστίθεται στην ζωή σου.
Από εφέτος λοιπόν αρνούμαι να σβήνεις κεράκια .Εγώ θα τα ανάβω όλα και θα προσθέτω και ένα παραπάνω για τον χρόνο που έρχεται να προστεθεί στην ηλικία σου και που θα κάνει την ψυχή και την ζωή όλων όσων σε αγαπάνε ''πλουσιότερη''

.